- νούφαρο
- Κοινή ονομασία πολυετών υδρόβιων φυτών, της οικογένειας των Νυμφαιιδών, που έχουν ρίζωμα παχύ, φύλλα επιπλέοντα ή πάνω από το νερό, και άνθη επιπλέοντα. Πολυάριθμα είναι τα καλλωπιστικά είδη, που καλλιεργούνται και διακοσμούν, με τα εντυπωσιακά φύλλα και τα άνθη τους, ενυδρεία, λίμνες κήπων, πάρκων και στέρνες. Η οικογένεια των Νυμφαιιδών αντιπροσωπεύεται κυρίως από το γένος νυμφαία, ένα είδος του οποίου (ν. η λευκή) αυτοφύεται και στην Ελλάδα, σε ποταμούς με βραδυκίνητα νερά, λίμνες και τέλματα.
Στους Νυμφαιίδες παρατηρούνται ενδιαφέρουσες βιολογικές κα φυσιολογικές προσαρμογές στην υδρόβια ζωή. Τα νεαρά φύλλα ανυψώνονται από το χοντρό ρίζωμα που έρπει στην ιλύ του βυθού και μένουν βυθισμένα στο νερό και τυλιγμένα γύρω από το μεσαίο νεύρο, ώστε να προστατεύονται από τα ρεύματα του νερού. Καθώς αναπτύσσονται, οδηγούνται από τα ίδια ρεύματα και ανέρχονται στην κορυφή, πάνω σε μακριούς, ευλύγιστους, κυλινδρικούς ποδίσκους γεμάτους από αεροφόρο παρέγχυμα και απομακρύνονται, επιπλέοντα στην επιφάνεια του νερού, με τα κυκλικά,καρδιοειδή ελάσματα διατεταγμένα έτσι ώστε να μπορούν να φέρουν όλη τους την επιφάνεια σε επαφή με τον αέρα και το φως. Χαρακτηριστικός είναι και ο τρόπος της διαμόρφωσης των φυλλοφόρων μίσχων, οι οποίοι, χάρη και στην ευλυγισία τους, προσαρμόζονται προς το βάθος του νερού, άλλοτε κάθετα προς αυτό και άλλοτε επιπλέοντας όπως ένα ελεύθερο σχοινί. Πολυάριθμες κοιλότητες, γεμάτες αέρα, σχηματίζουν έναν ειδικό ιστό (αερέγχυμα) στο εσωτερικό των φύλλων, που τους επιτρέπει να επιπλέουν στο νερό· εξάλλου, τα φύλλα είναι δερματώδη και σκληρά, ιδιαίτερα ανθεκτικά στις προσκρούσεις και εφοδιασμένα με στόμια στην επάνω επιφάνεια, γιατί η κάτω επιφάνειά τους βρίσκεται μέσα στο νερό. Τα πλατιά άνθη, ελαφρά εύοσμα, ανοίγουν το πρωί και κλείνουν το βράδυ· επιπλέουν, όπως και τα φύλλα, στην κορυφή μακρών ποδίσκων και φέρουν πολυάριθμα φύλλα, διατεταγμένα σε σπονδύλους, από τα οποία 4 είναι σέπαλα και πολλά πέταλα, λευκά· ρόδινα, θειόχροα ή γαλάζια, ανάλογα με την ποικιλία.
Ο καρπός είναι ραγόμορφος, πολύχωρος, πολύσπερμος· τα σπέρματα περιβάλλονται από έναν βλεννώδη, σαρκώδη ιστό.
Άλλα είδη του γένους Νυμφαία είναι: η ν. η κυανή και ν. ο λωτός, και τα δύο της Βόρειας Αφρικής, από τα οποία το πρώτο έχει άνθη γαλάζια, το δεύτερο (ο ιερός λωτός), που απεικονίζεται σχηματοποιημένος από τους αρχαίους Αιγυπτίους σε σχέδια, διακοσμήσεις και ανάγλυφα, έχει άνθη λευκά, ποικιλμένα με κόκκινο, και φύλλα δισκοειδή στρογγυλά· υπάρχουν επίσης η ν. η εύοσμη και ν. η κονδυλώδης της Νότιας Αμερικής.
Ν. ονομάζεται και το ν. το κίτρινον, που ανήκει στην ίδια οικογένεια και αναπτύσσεται συχνά, μαζί με τη νυμφαία την λευκή, στα νερά των τελμάτων, λιμνών και βραδυκίνητων ποταμών, όπου διακρίνεται από τα μεγάλα μακρόμισχα επιπλέοντα φύλλα του και τα κίτρινα άνθη του. Τα φύλλα είναι πλατιά, καρδιοειδή ελλειπτικά, κάποτε με αμβλείς λοβούς, σκουροπράσινα, γυαλιστερά· λίγο πιο πάνω από την επιφάνεια του νερού ανυψώνονται τα κιτρινόχρυσα άνθη, που αναδίδουν μια ευχάριστη και δυνατή μυρωδιά ρακής. Μοναχικά, έχουν πέντε σαρκώδη σέπαλα κυρτά και πολυάριθμα πέταλα, μικρά και πολύ πιο κοντά από τα σέπαλα. Οι καρποί είναι ραγόμορφοι, σπογγώδεις και ωριμάζουν κάτω από το νερό· από αυτούς αποχωρίζονται τα καρπίδια, που με την ωρίμαση γίνονται εσωτερικά αεροφόρα· έτσι μπορούν να μεταφέρονται από το νερό και διευκολύνεται η διασπορά τους.
Στους Νυμφαιίδες υπάγεται επίσης η βικτωρία η βασιλική, των τροπικών ποταμών της Νότιας Αμερικής, υδρόβιο φυτό, μεγαλοπρεπές για τα πολύ πλατιά και στρογγυλά φύλλα του (φτάνουν σε διάμετρο ακόμα και τα 2 μέτρα) με τα ανασηκωμένα χείλη και τα έντονα κόκκινα άνθη, τα πιο μεγάλα του φυτικού βασιλείου.
Νούφαρο: ποικιλία μασανιέλο, δημιουργημένη με τεχνητές διασταυρώσεις.
Νούφαρο: το κίτρινο. Αναπτύσσεται σε πολλά μέρη της Ελλάδας, σε τέλματα, λίμνες και βραδικίνητα ποτάμια.
Νούφαρο: νυμφαία η εύοσμη, της Ν. Αμερικής.
* * *και νύφαρο, το (ΑΜ νοῡφαρ)κοινή σήμερα ονομασία τών ειδών που, σύμφωνα με την επιστημονική ταξινόμηση, ανήκουν στα γένη νούφαρα και νυμφαία τής οικογένειας νυμφαιίδες, φυτών που ζουν μέσα σε στάσιμα συνήθως νερά, με άνθη και φύλλα μεγάλα και διακοσμητικάαρχ.φυτό με φαρμακευτικές ιδιότητες.[ΕΤΥΜΟΛ. < αραβ. noufar].
Dictionary of Greek. 2013.